Με πρόσχημα την κρίση, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προετοιμάζει δραματικές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση με τη μείωση των εισακτέων και τη μετακύληση του κόστους σπουδών κατευθείαν στους φοιτητές.
Του Χρήστου Κάτσικα
Αν την προηγούμενη δεκαετία, με όχημα την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, επιλέχθηκε η επέκταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και το «χάρτινο» άνοιγμά της σε κωμοπόλεις και χωριά, σήμερα επιλέγεται το στένεμα της εισόδου, ο εξοστρακισμός των αδυνάτων και η ενίσχυση της ιδιωτικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης.
Με την επίκληση μιας αφηρημένης ποιοτικής αναβάθμισης και κάποιων αόριστων «προκλήσεων» του νέου αιώνα, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, με την ευκαιρία της κρίσης, προετοιμάζει δραματικές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση που αφορούν αφενός το «στένεμα των διόδων» και αφετέρου τη μετακύληση του κόστους σπουδών κατευθείαν στους φοιτητές.
Με λίγα λόγια, το υπουργείο Παιδείας προετοιμάζει τους όρους με τους οποίους θα απαλλαχθεί από αυτούς που όφειλε να εκπαιδεύσει.
Να το αποκαλύψουμε: Το υπουργείο Παιδείας, με τη βοήθεια των μόνιμων προσηλυτιστών της κοινής γνώμης και των στρατευμένων μύθων, επιχειρεί να κάνει κυρίαρχο έναν συγκεκριμένο τρόπο ανάγνωσης της πραγματικότητας και εν συνεχεία να υποκαταστήσει με αυτόν την ίδια την πραγματικότητα. Ο στόχος του είναι να νομιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο αυτό που έχει προαποφασίσει: τη σημαντική μείωση των εισακτέων και τη μετακύληση του κόστους των σπουδών στους φοιτητές, είτε με την ολοκληρωτική εξαφάνιση της φοιτητικής μέριμνας (συγγράμματα, φοίτηση, στέγαση) είτε με την επιβολή μιας μορφής διδάκτρων.
Ατυπη μορφή διδάκτρων
Χρόνια τώρα υπάρχει μια άτυπη μορφή διδάκτρων σε προπτυχιακό επίπεδο (στα μεταπτυχιακά έχουν γίνει πια θεσμός). Αναφερόμαστε στο κόστος σπουδών των άνω των 100.000 φοιτητών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ που φοιτούν εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας. Με τη μεθοδευμένη κατάρρευση του υπάρχοντος συστήματος στέγασης και σίτισης, έχει αυξηθεί τόσο ο αριθμός των φοιτητών που πλήττονται όσο και το κόστος διαβίωσής τους.
Για παράδειγμα, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, χωρίς να έχει ακόμη ολοκληρωθεί η υποβολή αιτήσεων των φοιτητών που δικαιούνται δωρεάν στέγαση στη Φοιτητική Εστία του ιδρύματος, μόλις 46 δωμάτια είναι κενά, ενώ μόνο οι πρωτοετείς που μπήκαν φέτος στο ΕΚΠΑ ανέρχονται σε 1.632! Είναι φανερό ότι εκατοντάδες φοιτητές θα μείνουν εκτός Εστίας και θα αναγκαστούν να πληρώνουν ενοίκιο για να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Στην επιχείρηση αυτή, το υπουργείο Παιδείας έχει τους επικοινωνιακούς προπομπούς του.Σε ένα λυρικό ξέσπασμα, που δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ο Νίκος Μαραντζίδης με άρθρο του στην «Καθημερινή», με τίτλο «Το ναυάγιο της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης» (1/12/2013), υποστηρίζει σε όλους τους τόνους: «Αν θέλουμε, πάντως, να είμαστε ρεαλιστές, οφείλουμε άμεσα να αλλάξουμε υπόδειγμα, καθώς δεν μπορούμε να συντηρούμε ένα τόσο μεγάλο, κατακερματισμένο και πολυδάπανο Πανεπιστήμιο. Πρέπει λοιπόν να διαλέξουμε: Ή θα αποφασίσουμε να βάλουμε δίδακτρα στη φοίτηση ώστε οι χρήστες να καλύπτουν ένα μέρος της δαπάνης που προορίζεται γι’ αυτούς ή θα μειώσουμε σημαντικά τον αριθμό των εισακτέων μέσα από το κλείσιμο μεγάλου αριθμού σχολών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια».
Η τεχνική είναι γνωστή. Αφήνεις απότιστο ένα λουλούδι και έπειτα ρωτάς τη γνώμη του τυχαίου διαβάτη για την κατάσταση του λουλουδιού. Μετά χρησιμοποιείς τη γνώμη του διαβάτη για να δικαιολογήσεις τις αλλαγές που θέλεις να κάνεις. Για να θυμηθούμε:
Φταίνε όλοι οι… άλλοι
Το 1990 επί κυβερνήσεως Ν.Δ. λίγο πριν από τις ρυθμίσεις Κοντογιαννόπουλου – Σουφλιά δόθηκε η ευκαιρία, με τον γνωστό τρόπο, να εκφραστεί η «κοινή γνώμη» (δηλαδή αυτή που διαμορφώνουν οι ίδιοι που τη ζητούν). Τι διαπίστωνε η «κοινή γνώμη»; Η τάξη έχει χαθεί στα σχολεία, οι ιεραρχίες έχουν κλονιστεί, κανείς δεν αξιολογείται από κανέναν, τα παιδιά μένουν αγράμματα, τα φροντιστήρια κυριαρχούν, οι ιδιωτικές δαπάνες ροκανίζουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Ποιος άραγε είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος γι’ αυτήν την κατάσταση; Μήπως η κυβέρνηση και το υπουργείο που διαπιστώνουν κι αυτοί την κακή κατάσταση των σχολείων και έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να τα αλλάξουν όλα; Οχι, βέβαια. Φταίνε οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές. Και ήρθανε οι ρυθμίσεις και τα νομοσχέδια και έγινε ό,τι έγινε.
Λίγα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1997 – 1998, επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ, ο Γεράσιμος Αρσένης, μέσα από τα στρατευμένα μολύβια πολλών δημοσιογράφων και τα επιχειρήματα των εκφωνητών της αυλής και της οθόνης, διαπίστωνε ό,τι και η «κοινή γνώμη». Ανεργία των πτυχιούχων, φροντιστηριοποίηση, αμάθεια, Λύκειο-προθάλαμος του Πανεπιστημίου.
Και άρχισε, συνοδευμένος από τις ιαχές των κολάκων και πατώντας στις προσδοκίες της «κοινής γνώμης» (που ζητάει αλλαγή αλλά ξεχνάει να ρωτήσει σε ποια κατεύθυνση), να υλοποιεί τη μεγαλόπνοη μεταρρύθμιση των 28 πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου, μετατρέποντας το Λύκειο στον λαβύρινθο με τον Μινώταυρο.
Τώρα, με τέχνη το υπουργείο Παιδείας στρώνει το ίδιο γνωστό παιχνίδι. Καμώνεται πως δεν γνωρίζει ότι τα προβλήματα των Πανεπιστημίων σχετίζονται με τη δική του και την προηγούμενη πολιτική, που είναι δεμένες με ένα νήμα, καμώνεται ότι έχει στο χέρι τη γραμματική και το συντακτικό των αλλαγών στη μέση και την ανώτατη εκπαίδευση και αναφωνεί: Επιτέλους, ας δούμε τι λέει και ο απλός κόσμος. Ο απλός κόσμος τι λέει. Αυτός που πληρώνει μια περιουσία στα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα, αυτός που συνεχίζει να πληρώνει κι όταν μπαίνει το παιδί του στο Πανεπιστήμιο, αυτός που το βλέπει να μαραζώνει από την ανεργία ή την υποαπασχόληση ή τη μετανάστευση μετά το πτυχίο.
Ε, τι να λέει ο απλός κόσμος; Ο,τι λέει για τα δημόσια νοσοκομεία που δεν έχουν ούτε γάζες, ότι λέει για τους γιατρούς με τις ατελείωτες ουρές, ότι λέει για την εξέταση που δεν την καλύπτει η ασφάλεια και την πληρώνει από την τσέπη του. Να πάνε στον διάβολο λέει. Και βέβαια η κατάρα αυτή δεν μπορεί να φτάσει τους υπουργούς γιατί βρίσκονται μακριά του, φτάνει όμως στο προσωπικό του νοσοκομείου, τους γιατρούς, σε όποιον βρει μπροστά του.
Ετοιμο το αμπαλάζ
Το υπουργείο κάνει μια έξυπνη κίνηση για να μαζικοποιήσει τους υποστηρικτές του. Χέρι χέρι με τα δελτία των οκτώ θα παρουσιάσει τα στοιχεία της έρευνας της «κοινής γνώμης», που θα είναι: «οι καθηγητές δεν δουλεύουν», «το παιδί μου μόνο στο φροντιστήριο μαθαίνει», πληρώνω ενώ υποτίθεται ότι έχουμε δωρεάν παιδεία», «τα Πανεπιστήμια τα έχουν διαβρώσει οι διαμαρτυρίες καθηγητών και φοιτητών» (αυτά θα είναι τα αποτελέσματα της έρευνας, καθώς, ως γνωστόν, ό,τι αγκίστρι βάζεις τέτοια ψάρια πιάνεις). Τι ζητάει λοιπόν η «κοινή γνώμη»; Αλλαγή.
Ε, το υπουργείο την έχει. Θα την προσφέρει καλά διπλωμένη σε χρυσόχαρτο με φιόγκους, όπως ταιριάζει να μεταμφιέζει κανείς το κακό για να μην αναγνωριστεί έγκαιρα.
Του Χρήστου Κάτσικα
Αν την προηγούμενη δεκαετία, με όχημα την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, επιλέχθηκε η επέκταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και το «χάρτινο» άνοιγμά της σε κωμοπόλεις και χωριά, σήμερα επιλέγεται το στένεμα της εισόδου, ο εξοστρακισμός των αδυνάτων και η ενίσχυση της ιδιωτικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης.
Με την επίκληση μιας αφηρημένης ποιοτικής αναβάθμισης και κάποιων αόριστων «προκλήσεων» του νέου αιώνα, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, με την ευκαιρία της κρίσης, προετοιμάζει δραματικές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση που αφορούν αφενός το «στένεμα των διόδων» και αφετέρου τη μετακύληση του κόστους σπουδών κατευθείαν στους φοιτητές.
Με λίγα λόγια, το υπουργείο Παιδείας προετοιμάζει τους όρους με τους οποίους θα απαλλαχθεί από αυτούς που όφειλε να εκπαιδεύσει.
Να το αποκαλύψουμε: Το υπουργείο Παιδείας, με τη βοήθεια των μόνιμων προσηλυτιστών της κοινής γνώμης και των στρατευμένων μύθων, επιχειρεί να κάνει κυρίαρχο έναν συγκεκριμένο τρόπο ανάγνωσης της πραγματικότητας και εν συνεχεία να υποκαταστήσει με αυτόν την ίδια την πραγματικότητα. Ο στόχος του είναι να νομιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο αυτό που έχει προαποφασίσει: τη σημαντική μείωση των εισακτέων και τη μετακύληση του κόστους των σπουδών στους φοιτητές, είτε με την ολοκληρωτική εξαφάνιση της φοιτητικής μέριμνας (συγγράμματα, φοίτηση, στέγαση) είτε με την επιβολή μιας μορφής διδάκτρων.
Ατυπη μορφή διδάκτρων
Χρόνια τώρα υπάρχει μια άτυπη μορφή διδάκτρων σε προπτυχιακό επίπεδο (στα μεταπτυχιακά έχουν γίνει πια θεσμός). Αναφερόμαστε στο κόστος σπουδών των άνω των 100.000 φοιτητών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ που φοιτούν εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας. Με τη μεθοδευμένη κατάρρευση του υπάρχοντος συστήματος στέγασης και σίτισης, έχει αυξηθεί τόσο ο αριθμός των φοιτητών που πλήττονται όσο και το κόστος διαβίωσής τους.
Για παράδειγμα, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, χωρίς να έχει ακόμη ολοκληρωθεί η υποβολή αιτήσεων των φοιτητών που δικαιούνται δωρεάν στέγαση στη Φοιτητική Εστία του ιδρύματος, μόλις 46 δωμάτια είναι κενά, ενώ μόνο οι πρωτοετείς που μπήκαν φέτος στο ΕΚΠΑ ανέρχονται σε 1.632! Είναι φανερό ότι εκατοντάδες φοιτητές θα μείνουν εκτός Εστίας και θα αναγκαστούν να πληρώνουν ενοίκιο για να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Στην επιχείρηση αυτή, το υπουργείο Παιδείας έχει τους επικοινωνιακούς προπομπούς του.Σε ένα λυρικό ξέσπασμα, που δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ο Νίκος Μαραντζίδης με άρθρο του στην «Καθημερινή», με τίτλο «Το ναυάγιο της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης» (1/12/2013), υποστηρίζει σε όλους τους τόνους: «Αν θέλουμε, πάντως, να είμαστε ρεαλιστές, οφείλουμε άμεσα να αλλάξουμε υπόδειγμα, καθώς δεν μπορούμε να συντηρούμε ένα τόσο μεγάλο, κατακερματισμένο και πολυδάπανο Πανεπιστήμιο. Πρέπει λοιπόν να διαλέξουμε: Ή θα αποφασίσουμε να βάλουμε δίδακτρα στη φοίτηση ώστε οι χρήστες να καλύπτουν ένα μέρος της δαπάνης που προορίζεται γι’ αυτούς ή θα μειώσουμε σημαντικά τον αριθμό των εισακτέων μέσα από το κλείσιμο μεγάλου αριθμού σχολών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια».
Η τεχνική είναι γνωστή. Αφήνεις απότιστο ένα λουλούδι και έπειτα ρωτάς τη γνώμη του τυχαίου διαβάτη για την κατάσταση του λουλουδιού. Μετά χρησιμοποιείς τη γνώμη του διαβάτη για να δικαιολογήσεις τις αλλαγές που θέλεις να κάνεις. Για να θυμηθούμε:
Φταίνε όλοι οι… άλλοι
Το 1990 επί κυβερνήσεως Ν.Δ. λίγο πριν από τις ρυθμίσεις Κοντογιαννόπουλου – Σουφλιά δόθηκε η ευκαιρία, με τον γνωστό τρόπο, να εκφραστεί η «κοινή γνώμη» (δηλαδή αυτή που διαμορφώνουν οι ίδιοι που τη ζητούν). Τι διαπίστωνε η «κοινή γνώμη»; Η τάξη έχει χαθεί στα σχολεία, οι ιεραρχίες έχουν κλονιστεί, κανείς δεν αξιολογείται από κανέναν, τα παιδιά μένουν αγράμματα, τα φροντιστήρια κυριαρχούν, οι ιδιωτικές δαπάνες ροκανίζουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Ποιος άραγε είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος γι’ αυτήν την κατάσταση; Μήπως η κυβέρνηση και το υπουργείο που διαπιστώνουν κι αυτοί την κακή κατάσταση των σχολείων και έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να τα αλλάξουν όλα; Οχι, βέβαια. Φταίνε οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές. Και ήρθανε οι ρυθμίσεις και τα νομοσχέδια και έγινε ό,τι έγινε.
Λίγα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1997 – 1998, επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ, ο Γεράσιμος Αρσένης, μέσα από τα στρατευμένα μολύβια πολλών δημοσιογράφων και τα επιχειρήματα των εκφωνητών της αυλής και της οθόνης, διαπίστωνε ό,τι και η «κοινή γνώμη». Ανεργία των πτυχιούχων, φροντιστηριοποίηση, αμάθεια, Λύκειο-προθάλαμος του Πανεπιστημίου.
Και άρχισε, συνοδευμένος από τις ιαχές των κολάκων και πατώντας στις προσδοκίες της «κοινής γνώμης» (που ζητάει αλλαγή αλλά ξεχνάει να ρωτήσει σε ποια κατεύθυνση), να υλοποιεί τη μεγαλόπνοη μεταρρύθμιση των 28 πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου, μετατρέποντας το Λύκειο στον λαβύρινθο με τον Μινώταυρο.
Τώρα, με τέχνη το υπουργείο Παιδείας στρώνει το ίδιο γνωστό παιχνίδι. Καμώνεται πως δεν γνωρίζει ότι τα προβλήματα των Πανεπιστημίων σχετίζονται με τη δική του και την προηγούμενη πολιτική, που είναι δεμένες με ένα νήμα, καμώνεται ότι έχει στο χέρι τη γραμματική και το συντακτικό των αλλαγών στη μέση και την ανώτατη εκπαίδευση και αναφωνεί: Επιτέλους, ας δούμε τι λέει και ο απλός κόσμος. Ο απλός κόσμος τι λέει. Αυτός που πληρώνει μια περιουσία στα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα, αυτός που συνεχίζει να πληρώνει κι όταν μπαίνει το παιδί του στο Πανεπιστήμιο, αυτός που το βλέπει να μαραζώνει από την ανεργία ή την υποαπασχόληση ή τη μετανάστευση μετά το πτυχίο.
Ε, τι να λέει ο απλός κόσμος; Ο,τι λέει για τα δημόσια νοσοκομεία που δεν έχουν ούτε γάζες, ότι λέει για τους γιατρούς με τις ατελείωτες ουρές, ότι λέει για την εξέταση που δεν την καλύπτει η ασφάλεια και την πληρώνει από την τσέπη του. Να πάνε στον διάβολο λέει. Και βέβαια η κατάρα αυτή δεν μπορεί να φτάσει τους υπουργούς γιατί βρίσκονται μακριά του, φτάνει όμως στο προσωπικό του νοσοκομείου, τους γιατρούς, σε όποιον βρει μπροστά του.
Ετοιμο το αμπαλάζ
Το υπουργείο κάνει μια έξυπνη κίνηση για να μαζικοποιήσει τους υποστηρικτές του. Χέρι χέρι με τα δελτία των οκτώ θα παρουσιάσει τα στοιχεία της έρευνας της «κοινής γνώμης», που θα είναι: «οι καθηγητές δεν δουλεύουν», «το παιδί μου μόνο στο φροντιστήριο μαθαίνει», πληρώνω ενώ υποτίθεται ότι έχουμε δωρεάν παιδεία», «τα Πανεπιστήμια τα έχουν διαβρώσει οι διαμαρτυρίες καθηγητών και φοιτητών» (αυτά θα είναι τα αποτελέσματα της έρευνας, καθώς, ως γνωστόν, ό,τι αγκίστρι βάζεις τέτοια ψάρια πιάνεις). Τι ζητάει λοιπόν η «κοινή γνώμη»; Αλλαγή.
Ε, το υπουργείο την έχει. Θα την προσφέρει καλά διπλωμένη σε χρυσόχαρτο με φιόγκους, όπως ταιριάζει να μεταμφιέζει κανείς το κακό για να μην αναγνωριστεί έγκαιρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου